ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟΤΗΤΑ

Ποινικό Δίκαιο  | 125  | • Ενέργειες πριν την έναρξη της αποδεικτικής διαδικασίας: Προ της ενάρξεως της απο - δεικτικής διαδικασίας, ήτοι προ του χρονικού εκείνου σημείου που μπορούν να γίνουν ορισμένες δικονομικές ενέργειες (π.χ. ένσταση ακυρότητας κατά κλητηρίου θεσπίσματος, παράσταση προς υποστήριξη της κατηγορίας κ.λπ. ), η οποία κατά κανόνα ορίζεται ως η στιγμή έναρξης της κατάθεσης του πρώτου μάρτυρα (του κατηγορητηρίου) δύνανται να γί - νουν κάποιες ενέργειες βάσει και των επιμέρους συνθηκών της κάθε υπόθεσης: i. Παράσταση προς υποστήριξη της κατηγορίας Κατ’ αρχάς μέχρι την έναρξη της αποδεικτικής διαδικασίας του πρωτοβάθμιου δικαστηρί - ου υπάρχει το δικαίωμα να δηλωθεί η παράσταση προς υποστήριξη της κατηγορίας (άρ - θρο 67 ΚΠΔ), εφόσον υπάρχει δυνατότητα προς τούτο κατά το νόμο, άλλως να επανα - ληφθεί εάν έχει ήδη δηλωθεί κατά την προδικασία. Συνεπώς εφόσον δεν έχει δηλωθεί παράσταση προς υποστήριξη της κατηγορίας και αυτή πρώτη φορά δηλώνεται επί ακρο - ατηρίω θα πρέπει να γίνει η δήλωση της υποστήριξης της κατηγορίας, να προσκομιστεί το απαιτούμενο παράβολο των 40 ευρώ καθώς και να διοριστεί συνήγορος κατ’ άρθρα 83 επ. ΚΠΔ. ii. Αυτοτελείς και αρνητικοί της κατηγορίας ισχυρισμοί Περαιτέρω, στη δικαστηριακή πρακτική είθισται εφόσον ο κατηγορούμενος προβάλει εγ - γράφως αρνητικούς της κατηγορίας ισχυρισμούς ή/και αυτοτελείς ισχυρισμούς να προβαί - νει στην εξ αρχής κατάθεσης αυτών στο Δικαστήριο γραπτά και προφορικά. Βέβαια ο χρό - νος προβολής αυτών εξαρτάται από την υπερασπιστική γραμμή που ακολουθείται από τον κατηγορούμενο και συνεπώς δεν δεσμεύεται ο συνήγορος να τους προβάλει εξ αρχής αλλά σε κάθε περίπτωση δέον και ασφαλέστερο είναι να έχουν προβληθεί έως το τέλος της απο - δεικτικής διαδικασίας (καθότι η κρατούσα νομολογία αυτό κρίνει ως ύστατο χρονικό επι - τρεπτό σημείο προβολής τους), με εξαίρεση τους αυτοτελείς ισχυρισμούς των ελαφρυντι - κών περιπτώσεων που μπορούν να προβληθούν, βάσει της κρατούσας νομολογίας, -και κατά κανόνα προβάλλονται- μετά την κρίση περί ενοχής του κατηγορουμένου. Δικονομικός ορισμός για τους αυτοτελείς ισχυρισμούς δεν υφίσταται στον ΚΠΔ . Νομο - λογιακά έχει παγιωθεί ότι αυτοτελείς είναι οι ισχυρισμοί εκείνοι, οι οποίοι προβάλλονται σύμφωνα με τα άρθρα (παλαιό 170 παρ. 2 ΚΠΔ) 171 παρ. 2, 178 παρ. 2 και 333 παρ. 2 ΚΠΔ στο Δικαστήριο της ουσίας από τον κατηγορούμενο ή τον συνήγορό του και τείνουν στην άρση του άδικου χαρακτήρα της πράξης, τον αποκλεισμό ή τη μείωση της ικανότη - τας προς καταλογισμό, την εξάλειψη του αξιοποίνου ή τη μείωση της ποινής, προβάλλο - νται δε κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, με όλα δηλαδή τα αναγκαία για τη θεμελίωσή τους πραγματικά περιστατικά, και τούτο για να μπορέσει ο δικαστής ύστερα από αξιολόγησή τους να τους κάνει δεκτούς ή να τους απορρίψει. Η απόρριψη, δε, των αυτοτελών ισχυρι - σμών θα πρέπει να γίνεται με ειδική αιτιολογία από το Δικαστήριο (τούτο, δε, γίνεται παγί - ως δεκτό στη νομολογία, βλ. ενδεικτικά ΑΠ 957/2019, ΑΠ 323/2017, ΑΠ 1219/2022 , ιστο - σελίδα Αρείου Πάγου) Περαιτέρω στη δικαστηριακή πρακτική και άλλοι ισχυρισμοί, όπως π.χ. ο ισχυρισμός περί ακυρότητας του κλητηρίου θεσπίσματος (ο οποίος θα πρέπει να υποβάλλεται προ της

RkJQdWJsaXNoZXIy MjA5Mjk=