ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟΤΗΤΑ

Υπόδειγμα  [1] |  155  | οποία στηρίζεται η αγωγική αξίωση, θα πρέπει να αναφέρονται για το ορισμένο της αγωγής τα αντίστοιχα πραγματικά περιστατικά, στα οποία θεμελιώνεται ο εφαρμοστέ - ος κανόνας δικαίου. Π.χ. αν η αγωγή αφορά αξίωση αποζημίωσης λόγω αδικοπραξίας του άρθρου 914 ΑΚ, θα πρέπει να αναφέρονται στο ιστορικό της οι επίμαχες πράξεις/παραλείψεις του/των εναγόμενου/ομένων, σε τι έγκειται ο παράνομος χαρακτήρας τους, σε τι έγκειται το πταί - σμα, δηλαδή δόλος ή αμέλεια του/των εναγόμενου/ομένων, ποια είναι η συγκεκριμέ - νη ζημία υλική ή ηθική που προκλήθηκε στον/στους ενάγοντα/ντες και σε τι συνίσταται ο αιτιώδης σύνδεσμος ανάμεσα στην παράνομη και υπαίτια πράξη και στην πρόκλη - ση ζημίας. ΙΙ. ΝΟΜΙΚΗ ΒΑΣΗ Στη νομική βάση της αγωγής περιγράφεται ο εφαρμοστέος κανόνας δικαίου επί του οποίου θεμελιώνεται η αγωγική αξίωση βάσει των πραγματικών περιστατικών της υπό - θεσης. Σύμφωνα με την αρχή jura novit curia η νομική βάση δεν είναι δεσμευτική για το δικαστήριο που μπορεί να τη συμπληρώσει ή και να εφαρμόσει διαφορετικούς κα - νόνες δικαίου από τους επικαλούμενους. Ωστόσο, είναι σημαντικό η νομική βάση να εί - ναι ορθά δομημένη τόσο για την υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών σε αυτή, όσο και για να διευκολυνθεί το δικαστήριο στη διατύπωση και αιτιολόγηση της κρίσης του. Παρατίθεται ενδεικτική νομική βάση για την περίπτωση της αξίωσης αποζημίωσης λόγω αδικοπραξίας, που είναι μία από τις πλέον συναντώμενες περιπτώσεις αγωγής στην τα - κτική διαδικασία. Επισημαίνεται ότι η νομική βάση θα πρέπει να εμπλουτίζεται περαι - τέρω σε ακολουθία με τα αντίστοιχα πραγματικά περιστατικά της εκάστοτε υπόθεσης. Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 914 ΑΚ , «όποιος ζημιώσει άλλον παράνομα και υπαίτια έχει υποχρέωση να τον αποζημιώσει» . Από τη διάταξη αυτή, συνδυαζόμενη με εκείνες των άρθρων 297, 298, 299, και 330 του ιδίου Κώδικα , προκύπτει, ότι προϋ - ποθέσεις της ευθύνης για αποζημίωση από αδικοπραξία είναι: α) ζημιογόνος συμπερι - φορά, β) παράνομος χαρακτήρας της ζημιογόνου συμπεριφοράς, γ) υπαιτιότητα, που περιλαμβάνει το δόλο και την αμέλεια, η οποία υπάρχει όταν δεν καταβάλλεται η επιμέ - λεια που απαιτείται στις συναλλαγές, δ) πρόσφορη αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της ζημι - ογόνου συμπεριφοράς και του αποτελέσματος, δηλαδή της ζημίας. Περαιτέρω, η παρά - νομη συμπεριφορά, ως όρος της αδικοπραξίας, μπορεί να συνίσταται σε θετική πράξη, αλλά και σε παράλειψη, εφόσον στην τελευταία αυτή περίπτωση εκείνος που υπέπεσε στην παράλειψη ήταν υποχρεωμένος σε πράξη από το νόμο ή τη δικαιοπραξία, είτε από την καλή πίστη, κατά την κρατούσα κοινωνική αντίληψη. Συγκεκριμένα, παράνομη θεωρείται κατά κύριο λόγο η πράξη ή παράλειψη η οποία αντιβαίνει σε διάταξη κανόνα δικαίου. Ωστόσο, το παράνομο της αδικοπρακτικής ευ - θύνης συντρέχει και όταν παραβιάζεται η γενική υποχρέωση ασφάλειας και προστασί - ας των προσώπων και αγαθών με τα οποία η συμπεριφορά ενός κοινωνού του δικαίου έρχεται ή μπορεί να έλθει σε επαφή ή άλλως «το επιβαλλόμενο γενικό καθήκον του μη υπαιτίως ζημιούν άλλον». Την υποχρέωση να τηρείται η εν λόγω συμπεριφορά επιβάλ -

RkJQdWJsaXNoZXIy MjA5Mjk=