ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟΤΗΤΑ

Ποινικό Δίκαιο  | 61  | Προτείνεται ως βέλτιστη πρακτική να αποφεύγονται βερμπαλισμοί και περιττές περιγραφές και νομικές αναλύσεις στο δικόγραφο της μήνυσης/έγκλησης και τα πραγματικά περιστα - τικά να περιγράφονται λιτά, περιεκτικά και με σαφήνεια. Ωστόσο, κατά τη συγγραφή του δικογράφου θα πρέπει να τονίζονται τα πραγματικά εκείνα περιστατικά που έχουν νομικό ενδιαφέρον, καθότι εξ αυτών θα συνάγει ο Εισαγγελέας αν στοιχειοθετείται η αντικειμενι - κή και υποκειμενική υπόσταση του αδικήματος. Περαιτέρω παρότι ο Εισαγγελέας είναι αυτός που κρίνει ποιο αδίκημα έχει ενδεχομένως τελεστεί, θεμιτό είναι ο μηνυτής/εγκαλών να διατυπώνει την άποψή του επί των αδικη - μάτων που ο ίδιος θεωρεί ότι έχουν τελεστεί και να περιγράφει αυτά στο δικόγραφό του. Όταν, δε, κατά τη νομική του έρευνα βρει τυχόν δικαστικές αποφάσεις που ομοιάζουν με τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσής του θεμιτό είναι να τις αναφέρει, ώστε να λαμβά - νει γνώση και ο Εισαγγελέας που χειρίζεται την υπόθεση για τη νομική μεταχείριση όμοιων περιπτώσεων από τις εισαγγελικές και δικαστικές αρχές, ειδικά όταν προκύπτουν νομικοί προβληματισμοί επί του χαρακτηρισμού της πράξης ή άλλα ακανθώδη νομικά προβλή - ματα. Τέλος, συνίσταται όποτε αυτό είναι εφικτό να γίνεται και η υπαγωγή των πραγματικών πε - ριστατικών στον κανόνα δικαίου στο δικόγραφο. Την υπαγωγή αυτή, κατά τη συγγραφή της, θα πρέπει να τη σκεφτόμαστε ως το κατηγορητήριο που θα προκύψει κατά τη παρα - πομπή του μηνυόμενου/εγκαλούμενου στο Δικαστήριο. Δηλαδή η υπαγωγή θα πρέπει να εμπεριέχει τα πραγματικά περιστατικά που συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμε - νική υπόσταση προσδιορισμένα, όσο το δυνατόν γίνεται, με ακρίβεια (ως προς το χρόνο, τόπο κλπ) και απαλλαγμένα από περιττά στοιχεία και αναφορές. Παρόλο που σε καμία πε - ρίπτωση ο Εισαγγελέας δεν δεσμεύεται από την υπαγωγή αυτή, αφενός είναι κρίσιμο να λαμβάνει γνώση της αντίληψης και του ίδιου του μηνυτή/εγκαλούντα επ’ αυτού και αφετέ - ρου η εργασία αυτή μπορεί να είναι υποβοηθητική για το έργο του. • Καταθέτης - Μορφή και τα στοιχεία της παροχής εντολής: Η μήνυση/έγκληση κατατίθε - ται είτε από τον ίδιο το μηνυτή/εγκαλούντα είτε από ειδικό Πληρεξούσιο (άρθρο 42 και 51 ΚΠΔ). Ο ειδικός Πληρεξούσιος δεν απαιτείται να είναι δικηγόρος. Στη δικαστηριακή πρα - κτική όμως οι Πληρεξούσιοι, οι οποίοι προβαίνουν στη κατάθεση των μηνύσεων/εγκλή - σεων βάσει ειδικής εξουσιοδοτήσεως είναι κατά κανόνα δικηγόροι. Ως προς το έγγραφο της πληρεξουσιότητας, επισημαίνεται ότι θα πρέπει να ενσωματώνει εντολή εμπεριέχουσα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά, εκ των οποίων με σαφήνεια και χωρίς αμφιβολίες να προκύπτει η ταυτότητα της πράξης. Αν και δεν είναι εκ του νό - μου προβλεπόμενο ή απαραίτητο να ενσωματώνεται όλο το κείμενο της μηνύσεως/εγκλή - σεως στο έγγραφο της παροχής εντολής, συνίσταται για λόγους σαφήνειας και ασφάλειας, αυτό να ενσωματώνεται πλήρως στην παροχή εντολής. Η παροχή εντολής πρέπει να εμπε - ριέχει τα απαραίτητα για τη ταυτοποίηση του εντολέα και του εντολοδόχου στοιχεία [δηλ. στα κατ’ ελάχιστον στοιχεία εντολέα ονοματεπώνυμο, πατρώνυμο, διεύθυνση κατοικίας, ΑΦΜ και στα κατ’ ελάχιστον στοιχεία εντολοδόχου δικηγόρου ονοματεπώνυμο, πατρώ - νυμο, διεύθυνση κατοικίας (επαγγελματικής στέγης), Α.Μ. ΔΣ].

RkJQdWJsaXNoZXIy MjA5Mjk=