Βρισκόμαστε ήδη στις αρχές της Μεγάλης Εβδομάδας, της εβδομάδας που για όλους τους ορθόδοξους χριστιανούς αποτελεί τη σπουδαιότερη εβδομάδα του χρόνου. Τα εκκλησιαστικά δρώμενα, τα κείμενα, οι ψαλμωδίες, οι ήχοι και οι μυρωδιές, τα εναλλασσόμενα συναισθήματα και η κορύφωση του θείου δράματος από τη Σταύρωση μέχρι την Ανάσταση είναι τόσο έντονα, τόσο ζωογόνα, που σε καμία άλλη εποχή του χρόνου δεν συναντώνται έτσι συγκεντρωμένα, «στοιβαζόμενα» σε μόλις επτά ημέρες.
Αλλά και για τους μη θρησκευόμενους, σε καμία άλλη εποχή του χρόνου δεν μπορεί να βρει κανείς τέτοια αρμονία και ομορφιά της φύσης, που σε συνδυασμό με τα υπέροχα έθιμα, τις γεύσεις και τα χρώματα του τόπου μας, καθιστούν την εβδομάδα αυτή απλά μοναδική. Όπως είχε γράψει και ο μεγάλος μας ποιητής, Γ.Σεφέρης, «η υψηλότερη μορφή της Άνοιξης που ξέρω: μια ελληνική Μεγάλη Εβδομάδα». Αυτές, λοιπόν, τις μοναδικές ημέρες που διανύουμε, ένιωσα και εγώ την ανάγκη να καταγράψω την εμπειρία μου από το Άγιο Όρος, ως ελάχιστη αναγνώριση της προσφοράς των μοναχών που εγκαταβιούν εκεί, αλλά και ως μια μικρή προτροπή προς όσους δεν το έχουν επισκεφτεί, να το αναζητήσουν, να το γνωρίσουν. Είτε πιστεύουν είτε δεν πιστεύουν. Είτε έχουν θεολογικές αναζητήσεις είτε δεν έχουν.
Αυτές, λοιπόν, τις μοναδικές ημέρες που διανύουμε, ένιωσα και εγώ την ανάγκη να καταγράψω την εμπειρία μου από το Άγιο Όρος, ως ελάχιστη αναγνώριση της προσφοράς των μοναχών που εγκαταβιούν εκεί, αλλά και ως μια μικρή προτροπή προς όσους δεν το έχουν επισκεφτεί, να το αναζητήσουν, να το γνωρίσουν. Είτε πιστεύουν είτε δεν πιστεύουν. Είτε έχουν θεολογικές αναζητήσεις είτε δεν έχουν.
Η χώρα μας, αυτή η μικρή κουκίδα στον παγκόσμιο χάρτη, έχει την ευλογία να έχει μια Ακρόπολη, που στέκεται ακόμα ολόρθη και περήφανη από την αρχαιότητα, και ένα Άγιο Όρος. Ένα μνημείο με υπερχιλιετή παρουσία, που ζει, αναπνέει, προχωράει με τον ίδιο τρόπο εδώ και αιώνες. Ιστορικές μαρτυρίες τοποθετούν την έναρξη της ύπαρξης του για περισσότερους από δεκατρείς, δεκατέσσερις αιώνες.
Σε πόσα μέρη του κόσμου οι άνθρωποι ζουν με τον ίδιο τρόπο που ζούσαν πριν χίλια χρόνια; Και πάντως δε χρειάζεται κανείς να πιστεύει στο θεό για να υποκλιθεί στο μεγαλείο του Όρους, από πλευράς αρχιτεκτονικής, φυσιολατρικής, τελετουργικής, ιστορικής. Το Άγιο Όρος είναι ένα ζωντανό κομμάτι του Βυζαντίου. Για αυτό και μόνο αξίζει κανείς να το επισκεφτεί.
Η προσωπική μου εμπειρία και σχέση με το Άγιο Όρος ξεκίνησε από τα φοιτητικά μου χρόνια. Είχα ακούσει, είχα διαβάσει, είχα δει ντοκιμαντέρ. Έτσι ξεκίνησα για πρώτη φορά, με καλή παρέα φίλων, να το επισκεφτώ. Ως νέος που ήμουν, όμως, έκανα το λάθος που πολλοί κάνουν όταν επισκέπτονται το Όρος για πρώτη φορά. Βιαζόμουν. Βιαζόμουν να βρω απαντήσεις σε κάθε μου ερώτημα. Βιαζόμουν να επαληθεύσω όσα στο μυαλό μου είχα δημιουργήσει ως αλήθειες για τον τόπο αυτό.
Εντυπωσιάστηκα από την αρχιτεκτονική, από τις λειτουργίες, από τις μορφές των μοναχών. Πνευματικά δεν ξεδίψασα. Δεν απογοητεύτηκα όμως. Το επισκέφτηκα ξανά και ξανά μέχρι να βρω την κοίτη εντός του Όρους που εγώ προσωπικά αναπαύομαι. Για εμένα αυτός ο μικρός παράδεισος είναι η Ιερά Μονή Ξενοφώντος. Μια Μονή αγάπης, κατανόησης, πρόνοιας. Το Όρος όμως αποτελείται από είκοσι Μονές και ακόμα περισσότερες σκήτες, κελλιά, καλύβες κλπ. Καθένας, αν αναζητήσει, θα βρει το μέρος εκείνο και την αδερφότητα που του ταιριάζει πιο πολύ. Άλλωστε, η σχέση με το Όρος είναι βιωματική, είναι εμπειρική, είναι ερωτική. Θα αναζητήσεις, θα προβληματιστείς, θα απογοητευτείς, όμως στο τέλος θα ερωτευτείς και θα δεθείς. Όπως γίνεται και στην εκτός του Όρους ζωή, όπως γίνεται σε όλες τις ανθρώπινες σχέσεις.
Η είσοδος και η παραμονή κάποιου στο Άγιο Όρος είναι από την αρχή μέχρι το τέλος μια μοναδική εμπειρία. Ακόμα και ο τρόπος για να φτάσεις εκεί, που δεν είναι τόσο εύκολος (μετάβαση στην Ουρανούπολη, έκδοση διαμονητηρίου, μεταφορά με τα καραβάκια που σε πηγαίνουν στις Μονές και είναι μόνο πρωί), σε προετοιμάζει για κάτι διαφορετικό.
Από τη στιγμή όμως που εισέρχεσαι, ήδη μετά από κάποιες ώρες, και σίγουρα μέχρι το τέλος της παραμονής σου, αισθάνεσαι σαν να έχεις μπει σε μια χρονοκάψουλα που σε μεταφέρει σε έναν άλλο κόσμο. Απαλλαγμένο από τα άγχη και τις ανάγκες της καθημερινότητας που έχουμε συνηθίσει. Με συνήθειες και πρόγραμμα πολύ ξένα από όσα γνωρίζουμε. Και μόνο η εμπειρία των νυχτερινών λειτουργιών, που γίνονται όπως γίνονταν και πριν εκατοντάδες χρόνια, μόνο υπό το φως των κεριών και με την αέναη κίνηση των μοναχών στο χώρο, είναι μια μυσταγωγία που μόνο αν τη βιώσεις την κατανοείς. Και δεν την ξεχνάς ποτέ. Και μετά τη νυχτερινή λειτουργία, που μπορεί να τελειώσει στις 6, στις 7 ή στις 8 το πρωί, ακολουθεί η τράπεζα, μοναχοί και κληρικοί όλοι μαζί.
Για όσο χρόνο διαρκεί η ανάγνωση παραβολών και θρησκευτικών κειμένων από τον «διαβαστή». Να τρως κανονικό φαγητό την ώρα που στον έξω κόσμο θα κοιμόσουν. Και μόλις ο ηγούμενος δίνει το σήμα, η έξοδος όλων εν τάξει από την τράπεζα, με τον τραπεζάρη και τον διαβαστή σε στάση μετάνοιας στην έξοδο. Αντί να τους ευχαριστείς εσύ για όσα σου προσέφεραν, στέκονται εκείνοι με σκυμμένο το κεφάλι έναντι σου. Σίτιση ξανά το απόγευμα, μετά τον εσπερινό. Και τέλος. Ένας άλλος κόσμος πραγματικά!
Πολλοί που σκέφτονται να επισκεφτούν το Όρος προβληματίζονται αν θα μπορέσουν να ανταπεξέλθουν στο πρόγραμμα των μοναχών. Η αλήθεια, όμως, είναι ότι κανείς δεν σε υποχρεώνει να ακολουθήσεις κανένα πρόγραμμα. Είσαι ελεύθερος να κάνεις ό,τι και όσο επιθυμείς. Με σεβασμό ασφαλώς στους κανόνες που υπάρχουν.
Κάποιοι εύλογα λένε «ο Θεός είναι παντού, γιατί να πάω στο Άγιο Όρος;». Πράγματι, ο Θεός είναι παντού. Όμως, όπως σωστά μου είχε πει κάποτε ένας καλός φίλος, ο Θεός μπορεί να είναι παντού, εμείς όμως μπορούμε οπουδήποτε να νιώσουμε την κατάνυξη και την ησυχία που απαιτείται για να –προσπαθήσουμε να– έρθουμε σε επαφή μαζί του; Μας το επιτρέπουν οι ρυθμοί και ο θόρυβος των πόλεων;
Ο Ν. Καζαντζάκης, αυτός ο σπουδαίος έλληνας συγγραφέας, που πολλοί θεωρούν ως άθεο, γράφει στο ημερολόγιο του κατά το οδοιπορικό του στο Όρος «Τέλος απελπισμένος κατάφυγα στο Άγιο Όρος, το ιερό βουνό της Ελλάδας. Εκεί στη μοναξιά του Αγίου Όρους, σ’ ένα παλιό ερημητήρι απάνω από τη θάλασσα, άρχισα τον καινούριο αγώνα και πρώτα-πρώτα θέλησα ν’ ασκήσω το κορμί να γίνει υπάκουο στην ψυχή μου. Κι ευτύς έγινε μέσα μου φως: η μετουσίωση της ύλης σε πνεύμα, να το μεγάλο Μυστικό, να η κόκκινη γραμμή που ακολουθάει ο Αγωνιζόμενος».
Το Όρος επισκέπτονται κάθε χρόνο περίπου 300.000 άνθρωποι, με ανοδικές τάσεις τα τελευταία χρόνια. Όλους αυτούς τους προσκυνητές τους υπηρετούν οι μοναχοί. Φροντίζουν να έχουν καθαρά δωμάτια και κλινοσκεπάσματα, καθαρά μπάνια, φαγητό. Χωρίς καμία απολύτως ανταπόδοση. Άνθρωποι κανονικοί είναι και οι μοναχοί, που όμως αποφάσισαν να αφήσουν τα πάντα στον έξω κόσμο και να αγωνίζονται για την πίστη τους, με τον τρόπο που εκείνοι επέλεξαν. Όπως και εμείς έχουμε επιλέξει έναν άλλον τρόπο ζωής. Με τη διαφορά ότι εκείνοι, πέραν του ράσου τους, δεν έχουν, και δεν ζητούν, τίποτα άλλο. Έχουν μόνον ο ένας τον άλλον ως οικογένεια. Και αγόγγυστα υπηρετούν όλους εμάς που τους επισκεπτόμαστε.
Κάθε ημέρα, στρώνουν και ξεστρώνουν δωμάτια, μαγειρεύουν και ταΐζουν χιλιάδες άγνωστους ανθρώπους, χωρίς κανένα «αντάλλαγμα». Και αυτά όλα ανάμεσα στα ιδιαίτερα αυστηρά και απαιτητικά μοναστικά καθήκοντα τους. Αν αυτό δεν είναι ο ορισμός της αγάπης και της θυσίας για το συνάνθρωπο, δεν ξέρω τι άλλο μπορεί να είναι. Και ταυτόχρονα, είναι πάντα εκεί να ακούσουν τον καθένα μας, να τους ανοίξουμε την καρδιά μας και να τους μεταφέρουμε τα προβλήματα μας. Και να μας συμβουλεύσουν, να μας πουν ένα καλό λόγο για να μας ανακουφίσουν.
Υπάρχουν, βέβαια, και εκείνοι που – χωρίς να το έχουν επισκεφτεί – επικρίνουν το Άγιο Όρος για ανέσεις που έχουν αποκτηθεί τα τελευταία χρόνια. Και ότι τάχα οι μοναχοί «καλοπερνάνε». Θα τους συμβούλευα να προσπαθήσουν να κάνουν τη ζωή ενός μοναχού για 4-5 ημέρες να δούνε και οι ίδιοι αν θα το αντέξουν.
Επειδή, ωστόσο, όπως είπαμε και οι μοναχοί είναι άνθρωποι σαν και εμάς, με πολλά και απαιτητικά καθήκοντα στην καθημερινότητα τους, δεν είναι πάντα βέβαιο ότι κάποιος επισκέπτης θα ευτυχήσει να έχει μια συνομιλία με κάποιον μοναχό, όπως και όσο θα ανέμενε. Θέλει και αυτό υπομονή και ίσως και «τύχη».
Βεβαίως και δεν είναι όλα τέλεια. Όπως και δεν είναι σε καμία ανθρώπινη κοινωνία. Και ξένα στη μοναστική ζωή πράγματα μπορεί να συναντήσει κανείς και κάποιες πηγές παρεμβατικότητας στην πολιτική ζωή του τόπου έχουν υπάρξει τα τελευταία χρόνια, ως μη έδει. Όμως, όπως έλεγε και ο άγιος Παϊσιος, «η μέλισσα σε ένα περιβόλι θα πάει και θα κάτσει στο άνθος. Η μύγα στην ακαθαρσία».
Ολοκληρώνοντας αυτές τις ατάκτως ειρημένες σκέψεις και εμπειρίες μου, για το Άγιο Όρος, μπορώ να πω με βεβαιότητα ότι το Όρος αλλοιώνει πνευματικά όποιον το επισκέπτεται. Ό,τι αφετηρία και να έχεις, με όποιον σκοπό και να πηγαίνεις, δεν υπάρχει περίπτωση να πας και φεύγοντας να μην έχουν πέσει μέσα σου σπόροι. Ανάλογα τον άνθρωπο και το υπόβαθρο. Όπως μου είπε κάποτε ένας μοναχός «Γνωρίζω πολλούς ανθρώπους που δεν έχουν έρθει ποτέ στο Άγιο Όρος. Δεν γνωρίζω όμως κανέναν που να έχει έρθει μόνο μια φορά».
Το Άγιο Όρος είναι το Όρος της Αγάπης και της Θυσίας. Είναι η καταπάτηση του «εγώ» για το «εμείς». Η ουσία του συμπυκνώνεται στη φράση που μου είπε ένας μοναχός σε μια από τις επισκέψεις μου, ατενίζοντας ένα δειλινό τη θάλασσα «Αγάπα ελεύθερα». Αγάπα, δηλαδή, τους πάντες, χωρίς όρια και απροϋπόθετα.
Καλό Πάσχα και καλή Ανάσταση!
Πηγή: Protagon.gr
![]() | 6944 585 396 |
![]() | d.anastasopoulos@metodikigoro.gr |
![]() | Dimitris Anastasopoulos |