Άρθρο του κ. Χρήστου Κακλαμάνη, Δικηγόρου, Συμβούλου ΔΣΑ, Τομεάρχη Δικαιοσύνης ΠΑΣΟΚ, στο Magazino "Με Το Δικηγόρο"
Η απόρριψη κάθε μορφής αριστείας και αυθεντίας είναι αναμφίβολα ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά της αναδυόμενης παγκοσμίως alt right κοσμοθεωρίας. Η τελευταία, βοηθούμενη από την ιλιγγιώδη αμεσότητα, αλλά και την ψευδαίσθηση γνώσης, που συχνά προσφέρει η ιντερνετική ενημέρωση και τα κοινωνικά δίκτυα, έχει καταφέρει σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα να εδραιωθεί στη συνείδηση σημαντικού μέρους των ψηφοφόρων στις δυτικές δημοκρατίες ως «αντίδοτο» απέναντι στον πολιτικό φιλελευθερισμό.
Τον τελευταίο καιρό στη χώρα μας η alt right κουλτούρα έχει βρει, παραδόξως, έναν απρόσμενο εκπρόσωπο στο Υπουργείο Δικαιοσύνης μίας αυτοπροσδιοριζόμενης ως φιλοευρωπαϊκής και φιλελεύθερης Κυβέρνησης. Η ρητορεία που εκπορεύεται από την πολιτική του ηγεσία με τις δημόσιες παρεμβάσεις της χαρακτηρίζεται από λαϊκίστικα στερεότυπα και εύπεπτες υπεραπλουστεύσεις. Στη λογική αυτή, ο κατηγορούμενος είναι εκ προοιμίου ένοχος και ο καταγγέλλων εκ προοιμίου θύμα, ενώ το τεκμήριο αθωότητας, τα δικονομικά δικαιώματα και οι ασφαλιστικές δικλείδες του κράτους δικαίου αποτελούν ξεπερασμένες προφάσεις ενός διεφθαρμένου κράτους, που επί δεκαετίες προτιμούσε να προστατεύει τους «εγκληματίες» και όχι τα «θύματα». Με βασικούς υπεύθυνους, εννοείται, τους εκπροσώπους του νομικού κόσμου, οι οποίοι ερμηνεύουν και επιδιώκουν να καθορίζουν τον νόμο κατά το δοκούν, εξυπηρετώντας τα συμφέροντα των πελατών τους (που προφανώς κατά τη στρεβλή αυτή λογική δεν βρίσκονται ποτέ στην θέση του υποστηρίζοντος την κατηγορία).
Λογικό επακόλουθο της πιο πάνω θέσης και πρακτική εφαρμογή της λογικής κατά την οποία «η αριστεία είναι ρετσινιά», είναι, μεταξύ άλλων, ο αποκλεισμός των πραγματικά ειδημόνων από την επεξεργασία των νέων ουσιαστικών και δικονομικών ποινικών διατάξεων: Εφόσον δεν μπορούμε να εμπιστευθούμε τους ειδικούς, καθώς έχουν κρυφή ατζέντα, πρέπει να βασιστούμε στην πολιτική ηγεσία, η οποία ακούει τον πολίτη και έχει ως μόνο γνώμονα την υπηρέτηση του λαϊκού συμφέροντος. Έτσι, με ακλόνητη βεβαιότητα και αυτοπεποίθηση, μπορούν να λυθούν προβλήματα δεκαετιών με ένα νόμο και ένα άρθρο (ή έστω λίγο περισσότερα…).
Το αποτέλεσμα είναι ένας πραγματικός καταιγισμός, μια χάρτινη υπερπαραγωγή νομοθετικών διατάξεων, με τις οποίες υποτίθεται ότι θα παταχθεί η εγκληματικότητα. Σε αντίθεση με τον σχεδιασμό και την χρηματοδότηση της ασφάλειας και των δομών προστασίας για τους ευάλωτους απέναντι στο έγκλημα πολίτες, το νομοθετικό έργο αποτελεί προδήλως μία φθηνή «λύση»… Έτσι, ο ΠΚ και ο ΚΠΔ τροποποιούνται πλέον κάθε 2-3 μήνες, ανάλογα με τα εγκλήματα που καταλαμβάνουν τις πρώτες θέσεις στα τηλεοπτικά δελτία. Τα τελευταία μάλιστα αφιερώνουν πάνω από τον μισό τους χρόνο πλέον στο αστυνομικό δελτίο, το οποίο εμφανώς «πουλάει». Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ με τον πρόσφατο Ν. 5090/2024 τέθηκαν σε εφαρμογή από 01.05.2024 δεκαέξι νέα άρθρα, με τα οποία τροποποιήθηκε ο Ν.3500/2006 περί ενδοοικογενειακής βίας, μετά από επτά μήνες αναρτήθηκε στη δημόσια διαβούλευση και νέο νομοσχέδιο περί πάταξης της ενδοοικογενειακής βίας, με άλλα είκοσι άρθρα που επίσης τροποποιούν τον Ν.3500/2006, ορισμένα εξ αυτών στα ίδια θέματα. Η πλημμυρική αυτή νομοθέτηση, με αυτοπεποίθηση αντιστρόφως ανάλογη της εξειδίκευσης, χωρίς προπαρασκευή και χωρίς ουσιαστική μελέτη των επιπτώσεών της, έχει ήδη σοβαρές συνέπειες στην καθημερινή πράξη: Από τη μία μεριά, στις ποινικές έδρες ανά την επικράτεια δικαστές, εισαγγελείς και συνήγοροι καθημερινά προσπαθούν να διακρίνουν την εκάστοτε εφαρμοστέα διάταξη μέσα σε ένα κυκεώνα αλυσιδωτών τροποποιήσεων. Από την άλλη μεριά, τα ίδια τα σώματα των κωδίκων έχουν αρχίσει πλέον να μην θυμίζουν κώδικες, αλλά ένα κακόγουστο ψηφιδωτό ατάκτως ερριμμένων διατάξεων.
Το νέο άρθρο 337 παρ.4 ΠΚ για παράδειγμα, όπως διαμορφώνεται με το κατατεθέν σχέδιο νόμου, θα τιμωρεί εφεξής με φυλάκιση έως δύο (2) ετών την αποστολή μέσω διαδικτύου μιας φωτογραφίας γεννητικών οργάνων προς έναν δημοσιογράφο. Την ίδια στιγμή, στις παρ.1 και 2 απειλεί με την ίδια ακριβώς ποινή την live επίδειξη των γεννητικών οργάνων του δράστη σε παιδιά έως και 11 ετών και με κατώτερη ποινή έως ένα (1) έτος την ίδια πράξη σε βάρος ατόμων που έχουν συμπληρώσει τα 12 έτη. Η αντινομία αυτή, μια από τις δεκάδες που παρατηρούνται πλέον στους Κώδικες μετά την κοπτορραπτική των τελευταίων πέντε ετών, οφείλεται σε ασύγγνωστη προχειρότητα, η οποία μάλιστα εν προκειμένω αποβαίνει σε βάρος των «θυμάτων» που δήθεν προστατεύει ο νομοθέτης. Σε άλλες περιπτώσεις βέβαια, τα «θύματα» εγκαταλείπονται όχι από αδυναμία ορθής νομοθέτησης, αλλά από πρόθεση, ενόψει του πραγματικού πολιτικού στόχου που είναι η αυστηροποίηση (και το επικοινωνιακό όφελος): Τέτοια περίπτωση είναι οι διατάξεις των άρθρων 381 και 405 ΠΚ περί αποκατάστασης του παθόντος στα αδικήματα σε βάρος περιουσιακών αγαθών, όπου ο νομοθέτης με τις σχεδιαζόμενες αλλαγές διατηρεί ρητά το ενδεχόμενο τιμωρίας παρά την πλήρη αποκατάσταση και έτσι φυσικά δυσχεραίνει ουσιωδώς την αποζημίωση των παθόντων. Όπου δηλαδή τα συμφέροντα των θυμάτων συγκρούονται με την ψηφοθηρική ανάγκη αυστηροποίησης, η τελευταία φαίνεται να επικρατεί…
Οι ΠΚ και ΚΠΔ του 1950 και του 2019, είτε συμφωνούσες είτε διαφωνούσες μαζί τους, ήταν Κώδικες με εσωτερική συνοχή, προϊόντα διαβουλεύσεων και προπαρασκευής που κράτησαν σχεδόν δύο δεκαετίες κάθε φορά. Αυτό δε σημαίνει ότι συμφωνούμε όλοι με κάθε άρθρο τους ή ότι στερούνται προβλημάτων και αστοχιών. Από το σημείο αυτό, όμως, μέχρι την σημερινή πραγματικότητα των συνεχών αποσπασματικών αλλαγών ανά μήνα ή δίμηνο, η απόσταση είναι χαοτική και απειλεί να κατεδαφίσει κάθε έννοια ασφάλειας δικαίου.
Ακόμα όμως πιο επιζήμια από τις ίδιες τις ρυθμίσεις είναι η ρητορεία που τις συνοδεύει. Η επαναλαμβανόμενη αιτίαση, από τα πλέον επίσημα χείλη, ότι η Πολιτεία μας μέχρι σήμερα προστάτευε τους εγκληματίες αδιαφορώντας για τα θύματα, δεν είναι απλά μια αυτούσια μεταφορά συζήτησης καφενειακού επιπέδου: Αποτελεί δυστυχώς και μία επικίνδυνη δόση δηλητηρίου, η οποία διεισδύει βαθιά μέσα στην καρδιά της κοινωνίας και απονομιμοποιεί στα μάτια της τους θεσμούς και τις εγγυήσεις του Κράτους Δικαίου. Με τον τρόπο αυτό υποδαυλίζονται τα πιο βασικά ένστικτα της κοινωνίας, η οποία αντιλαμβάνεται φυσικά τις ελλείψεις της αστυνόμευσης και ανησυχεί για την έξαρση της εγκληματικότητας. Αυτός είναι και ο λόγος που, αν και ετοιμόρροπο νομικά, το κατασκεύασμα αυτό θα είναι δύσκολο να κατεδαφιστεί στο μέλλον: διότι συνομιλεί απευθείας με τα πρωτόγονα βάθη της ανθρώπινης φύσης.
Αυτό που αποκαλούμε σήμερα φιλελεύθερο κράτος δικαίου δεν είναι ούτε αυτονόητο, ούτε οριστικό. Χτίστηκε μετά από αργή πρόοδο αιώνων και με μεγάλη δυσκολία, ακριβώς επειδή στην ουσία τους οι κανόνες και οι εγγυήσεις του δεν ικανοποιούν αλλά έρχονται σε σύγκρουση με βασικά ανθρώπινα ένστικτα. Ακριβώς για αυτό, όσο δύσκολα χτίστηκε, τόσο εύκολα μπορεί και να κατεδαφιστεί. Η πορεία αυτή μάλιστα φοβάμαι ότι έχει ξεκινήσει, όχι μόνο στη χώρα μας. Το ερώτημα είναι πώς και πότε θα επανέλθουμε στην κανονικότητα και πώς θα περισώσουμε ό,τι έχει τότε μείνει όρθιο.
![]() | 6944 585 396 |
![]() | d.anastasopoulos@metodikigoro.gr |
![]() | Dimitris Anastasopoulos |