Μετά από αρκετή ταλαιπωρία και αρκετό χρόνο που παρήλθε από την διενέργεια του τελευταίου πανελλήνιου διαγωνισμού, τον Ιούνιο του 2020, πραγματοποιήθηκε έναν χρόνο μετά, τον Ιούνιο του 2021 ο πανελλήνιος διαγωνισμός υποψηφίων δικηγόρων. Kατόπιν σχετικών τροπολογιών στον Κώδικα Δικηγόρων, η αρμοδιότητα της διοργάνωσης του διαγωνισμού μεταβιβάστηκε από το Υπουργείο Δικαιοσύνης, στην Ολομέλεια των Δικηγορικών Συλλόγων.
Πάγιο αίτημα της Ολομέλειας δεν ήταν άλλο από το να διοργανώνει πιο άρτια και χωρίς καθυστερήσεις τον διαγωνισμό. Ωστόσο, κάτι τέτοιο δεν έγινε από την αρχή καθώς η Ολομέλεια, ελέω και της πανδημίας, βρέθηκε απροετοίμαστη με αποτέλεσμα να χαθεί η Β’2020 εξεταστική του Δεκεμβρίου και να καθυστερήσει σημαντικά η διενέργεια της Α’2021 εξεταστικής του Ιουνίου. Να σημειωθεί βέβαια, για να είμαστε δίκαιοι, πως η διοργάνωση της εξεταστικής Α’2021 ήταν πάρα πολύ καλή.
Πέραν όμως της σχετικής ολιγωρίας της Ολομέλειας, εις ότι αφορά τη καθυστέρηση διενέργειας του διαγωνισμού, θα πρέπει να επικεντρωθούμε στην ουσία του συγκεκριμένου διαγωνισμού και να τεθεί ένας ριζικός και ευρύτερος προβληματισμός σε σχέση με αυτόν.
Το πρωταρχικό ερώτημα που θα πρέπει να εξεταστεί είναι το κατά πόσο οι εξετάσεις αυτές έχουν κάποια ουσία, δεδομένου πως το 100% σχεδόν των εξεταζόμενων επιτυγχάνει. Κατά δεύτερον, πρέπει να διερευνηθεί εάν όλη αυτή η διαδικασία μπορεί να προσφέρει κάτι χειροπιαστό στον ασκούμενο ή γενικότερα στο κύρος του δικηγορικού σώματος. Φαίνεται πως όλη αυτή η διαδικασία επιφέρει μια σειρά από αρνητικά αποτελέσματα για τον εκάστοτε ασκούμενο παρά θετικά.
Αδιαμφισβήτητά, οι υποψήφιοι περνούν μία στρεσογόνο κατάσταση, με δύο βασικούς παραμέτρους να κυριαρχούν: τη δαπάνη χρόνου και χρημάτων. Αναρωτηθείτε πόσα χρήματα δαπανούνται σε χώρους αιθουσών αλλά και σε αμοιβές εξεταστών, χρήματα τα οποία οι ίδιοι οι υποψήφιοι καταβάλουν. Υπενθυμίζεται δε πως το παράβολο συμμετοχής ανέρχεται στα 70 ευρώ, ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσό εάν αναλογιστούμε και τις αμοιβές ενός ασκούμενου στις μέρες μας. Σε αντιδιαστολή με την τωρινή ζοφερή πραγματικότητα, θα μπορούσε να προταθεί αρχικά, η μείωση του ποσού συμμετοχής, ενώ ταυτοχρόνως τα χρήματα αυτά θα μπορούσαν κάλλιστα να διατεθούν σε ανταποδοτικές πολιτικές του Συλλόγου προς τους ασκούμενους.
Γίνεται κατανοητό πως ο συγκεκριμένος διαγωνισμός, όπως έχει διαμορφωθεί, αδυνατεί να προσφέρει στους ασκούμενους ουσία και καταλήγει περισσότερο μία παραδοσιακή, τυπική, γραφειοκρατική διαδικασία. Ως αποτέλεσμα αυτού κρίνεται επιτακτική ανάγκη για κατάργηση του συγκεκριμένου διαγωνισμού, έτσι όπως λειτουργεί μέχρι σήμερα. Γιατί; Γιατί η κατάργηση του αυτομάτως μεταφράζεται με παύση του εμπαιγμού των ασκούμενων, εις ότι αφορά το χάσιμο χρόνου και χρημάτων. Όμως, τι πρέπει να γίνει την επόμενη μέρα;
Οι ασκούμενοι αφότου συμπληρώνουν τους 18 μήνες (και αυτό θα έπρεπε να ξανά αξιολογηθεί ως αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα) να μπορούν με συνοπτικές διαδικασίες να αποκτούν την άδεια ασκήσεως επαγγέλματος, όπως συμβαίνει στις προαγωγές παρά πρωτοδίκαις, παρ’Εφεταις κοκ καθώς και το χρηματικό ποσό από το παράβολο συμμετοχής να διατίθενται με ανταποδοτικές πολιτικές στα νέα μέλη του σώματος.
Πρέπει να πούμε «Ναι» σε ρεαλιστικές πολιτικές όσον αφορά την απόκτηση της άδειας και όχι σε πολιτικές που δεν παράγουν ουσία και καταλήγουν τελικώς να ζημιώνουν όχι μόνο τον νέο ασκούμενο αλλά και το συνολικό κύρος του σώματος.
Θεοδόσης Λέκκας, Δικηγόρος,MSc Public Law
6944 585 396 | |
d.anastasopoulos@metodikigoro.gr | |
Dimitris Anastasopoulos |